H εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου αλλά και όλες οι σκληρές, σοκαριστικές αφηγήσεις που ακούσαμε τoυς τελευταίους μήνες από γυναίκες και άνδρες θύματα σεξουαλικής, σωματικής ή ψυχολογικής κακοποίησης, εκτός από το να σηματοδοτήσουν ένα ελληνικό #Metoo και να αποκαλύψουν πρόσωπα και γεγονότα δίνουν την ευκαιρία να ανοίξει ένα θέμα δύσκολο που για δεκαετίες έμενε κρυμμένο κάτω από το χαλί.
Σε πολλές από εμάς ξύπνησε δυσάρεστες μνήμες, περιστατικά παρενόχλησης ή κακοποίησης που έχουμε βιώσει, αλλά και για όσες από εμάς είμαστε μητέρες υπενθύμισε την ανάγκη να μιλήσουμε στα παιδιά μας για αυτό αλλά και να ενημερωθούμε πρώτα εμείς για το πώς μπορούμε να προλάβουμε αυτά τα περιστατικά αλλά και πως μπορούμε να προασπίσουμε τα παιδιά μας απέναντι στην σεξουαλική κακοποίηση.
H παγίδα της «πατρικής φιγούρας»
Αντίθετα με ότι υποστηρίζουν οι αστικοί μύθοι, στην αληθινή ζωή οι θύτες δεν είναι κάποιοι άγνωστοι που προσφέρουν καραμέλες ή που παραμονεύουν σε κάποιο λευκό βαν. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης που διεξήχθη το 2018, στο 90% των βιασμών ο θύτης είναι άτομο από το οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον του θύματος ενώ σε ευρωπαϊκή έρευνα που διεξήγαγε η Unicef το 2017, 9 στις 10 έφηβες ανέφεραν πως ο βιαστής τους ήταν κάποιο άτομο που γνώριζαν. Στην χώρα μας σε σχετική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην Βόρεια Ελλάδα στα πλαίσια εκπόνησης διδακτορικής διατριβής στο ΑΠΘ, προέκυψε ότι το ποσοστό των βιασμών που γίνονται από οικείο πρόσωπο φτάνει επίσης το 90%.
Πρόκειται για ανθρώπους που τα θύματα γνωρίζουν και εμπιστεύονται οπότε είναι εύκολο να βρεθούν μόνες και ανυποψίαστες με τoν θύτη τους. Το «πάγωμα» (freeze) των θυμάτων εξηγεί γιατί σε πολλές περιπτώσεις οι θύτες δεν χρειάζεται καν να χρησιμοποιήσουν σωματική βία. Όπως εξηγεί η Άσπα Πασπάλη, ψυχολόγος MSc University of London και Επιστημονική Υπεύθυνη του ΔΙ.ΚΕ.Ψ.Υ. «σε αυτές τις περιπτώσεις στο θύμα ενεργοποιούνται δυο αντίθετοι μηχανισμοί. Ο ένας είναι αυτός της αποφυγής από τον κακοποιό-άτομο του περιβάλλοντος και ο άλλος της προσέγγισης για ασφάλεια και φροντίδα στο ίδιο πρόσωπο. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων έχει προηγηθεί προετοιμασία και λείανση του εδάφους από την πλευρά του θύτη. Χρησιμοποιούν κλιμακούμενα την τέχνη της σαγήνης και της αποπλάνησης. Η κακοποίηση καλύπτεται από παραποιήσεις του όρου της αγάπης και της φροντίδας και πολύ συχνά επαναλαμβάνεται για χρόνια».
Όταν δεν μπορείς ούτε να παλέψεις ούτε να φύγεις
Μια από τις πιο συχνές, αφελείς και προβοκατόρικες ερωτήσεις, η ηχηρή παραφωνία στο μαζικό κίνημα υποστήριξης στα θύματα που βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν, ήταν το γιατί δεν αμύνθηκαν - έσπρωξαν, κλώτσησαν, πάλεψαν, έτρεξαν- την στιγμή του περιστατικού. «Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο τα θύματα σεξουαλικών επιθέσεων να μην μπορέσουν να αντιδράσουν την κρίσιμη στιγμή» διευκρινίζει η Άσπα Πασπάλη και συνεχίζει. «Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, 7 στις 10 γυναίκες βίωσαν μια κατάσταση προσωρινής παράλυσης, γνωστή και ως «τονική ακινησία». Πρόκειται για έναν αμυντικό μηχανισμό του νευρικού συστήματος και χρησιμοποιείται όταν δεν υπάρχει δυνατότητα διαφυγής από την κατάσταση. Συνεπώς, παρά την προσδοκία ότι ένα «πρότυπο» θύματος βιασμού, θα αντισταθεί στον επιτιθέμενο, μια σειρά διαδικασιών το κάνει να μην συμβεί».
Να πιστεύουμε τα θύματα όταν μιλούν
«Οι θύτες κερδίζουν την εμπιστοσύνη των θυμάτων είτε γιατί μπορεί να είναι άτομα του οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος, είτε άτομα που βρίσκονται κοντά στο παιδί όπως καθηγητές ή προπονητές. Τα πρόσωπα αυτά φέρονται με τρυφερότητα, κάνουν δώρα, δείχνουν ένα πολύ ευγενικό πρόσωπο και ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά χειριστικά. Οι γονείς πρέπει να είναι υποψιασμένοι σε τέτοια περιστατικά και να μην αμφισβητούν ποτέ τα παιδιά τους όταν τους παραπονεθούν για ύποπτες συμπεριφορές» δηλώνει η συμβουλευτική ψυχολόγος Ed.M, M.A του Πανεπιστημίου Harvard Τζίνα Θανοπούλου.
Σύμφωνα με την ίδια, τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι σε ο,τιδήποτε τους κάνει να νιώθουν άβολα μπορούν να πουν όχι, ακόμη και όταν η συμπεριφορά προέρχεται από ένα πρόσωπο εξουσίας όπως ο δάσκαλος, ο προπονητής ή ένα πρόσωπο της ευρύτερης οικογένειας. «Πρέπει να διδάξουμε στα παιδιά να εμπιστεύονται την εσωτερική φωνή και το ένστικτό τους. Δεν πρέπει ποτέ να τα ακυρώνουμε ή να τα αμφισβητούμε γιατί έτσι θα αρχίσουν και αυτά να αμφισβητούν τον εαυτό τους, ειδικά σε θέματα τόσο κρίσιμα όσο η σεξουαλική κακοποίηση αλλά και δεν θα καταφέρουμε να οικοδομήσουμε εκείνη την σχέση αμοιβαίας επικοινωνίας και εμπιστοσύνης που θα επιτρέψει στα παιδιά να μας εκμυστηρευτούν τέτοια περιστατικά» διευκρινίζει. Από την ηλικία των 8 ετών ακόμη μπορούμε να μιλήσουμε στα παιδιά για το θέμα, με ένα κατάλληλο παραμύθι ή με απλή γλώσσα που θα τα υποψιάζει χωρίς να τα τρομάζει. Στην ηλικία των 12 μπορούμε να μιλήσουμε πιο ανοιχτά, αλλά αποφεύγοντας να πούμε παραπάνω πράγματα από αυτά που το παιδί μας ρωτάει.
Θωρακίζοντας τα παιδιά με τα 4Α
Αυτογνωσία, αυτοσεβασμός, αυτοφροντίδα και αυτοπεποίθηση. «Αυτά είναι τα 4Α που θα δυναμώσουν τα παιδιά και θα τα προασπίσουν από την σεξουαλική και όχι μόνο κακοποίηση» υπογραμμίζει η κα Τζίνα Θανοπούλου. «Πρέπει να τα διαπαιδαγωγούμε ώστε να γνωρίζουν τα όρια τους αλλά και να μάθουν να λένε όχι στα πράγματα που δεν τους αρέσουν. Αντίθετα συχνά οι γονείς τα ωθούμε να αναπτύξουν το “σύνδρομο του καλού παιδιού” συμβουλεύοντας τα να είναι ευγενικά, συγκαταβατικά και δεκτικά. Έτσι διαπαιδαγωγούμε ανθρώπους που δεν ξέρουν να βάλουν όρια, που έχουν ανάγκη από εξωτερικούς παράγοντες για να επιβεβαιώσουν την αξία τους και που είναι ευάλωτα στην κριτική, τον χειρισμό των άλλων, ακόμη και την κακοποίηση. Και επειδή τα παιδιά δεν κάνουν αυτό που ακούνε να τους λέμε αλλά αυτό που βλέπουν να κάνουμε είναι σημαντικό, οι γονείς να δίνουν πρώτοι το παράδειγμα με την συμπεριφορά τους. Να βάζουν πρώτα οι ίδιοι τα όρια τους στους άλλους, να λένε όχι, να μιλούν θετικά και να επιδεικνύουν πίστη στον εαυτό τους ώστε τα παιδιά τους να ακολουθούν το παράδειγμα τους» σημειώνει η κα Θανοπούλου.
Η δύναμη της οικογένειας
Πολύ σημαντικό είναι οι δύο γονείς να είναι παρόντες στην ζωή του παιδιού και να είναι ενωμένοι και σε σύμπνοια στα θέματα που το αφορούν. «Οι διαφωνίες των γονιών και οι εντάσεις μεταξύ τους συχνά απομακρύνουν το παιδί και το κάνουν να αναζητήσει καταφύγιο σε ένα τρίτο πρόσωπο που χρησιμοποιώντας τις διαφωνίες των γονιών και την ψυχολογική απομάκρυνση από το παιδί τους θα βρει χώρο να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, ειδικά στην δύσκολη περίοδο της εφηβείας. Πρέπει να είμαστε κοντά στα παιδιά μας και να φροντίζουμε τη σύνδεση μας και την επικοινωνία μας μαζί τους» καταλήγει η κυρία Θανοπούλου. Διατηρώντας την ψυχραιμία μας, αποφεύγοντας τα άκρα και κάνοντας όλοι την αυτοκριτική μας σαν γονείς αλλά και σαν μέλη μιας κοινωνίας, ας επιτρέψουμε στο ελληνικό metoo να γίνει η αφορμή για να μιλήσουμε για ό,τι μας τρομάζει αλλά και να χτίσουμε πιο βαθιές σχέσεις κατανόησης και εμπιστοσύνης με τα παιδιά μας.