«Frankly my dear I don't give a dam»n είχε πει ο Rhett Butler στην Scarlet O' Hara στην θρυλική σκηνή στο Όσα παίρνει ο άνεμος. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας του best seller
The Subtle Art of not Giving a F*ck ίσως αυτό είναι το μυστικό για μια καλύτερη ζωή. Από τη Λουκία Λυκίδη.
Υπάρχει μια στιγμή στην ζωή κάθε ανθρώπου που αποφασίζει ότι δεν τον νοιάζει. Το λέει ευθαρσώς σε κάποιον ή το λέει από μέσα του. Λειτουργεί εξίσου. Είναι η στιγμή της απελευθέρωσης. Άλλοι το ονομάζουν ωριμότητα. Συνήθως συμβαίνει αφού κανείς έχει περάσει χρόνια να καίει καρφιά για τα πάντα. Για αυτόν που μας πήρε τη σειρά στην τράπεζα, για το σχόλιο που έκανε ο συνάδελφος στο γραφείο, για τα λίγα like στο post, για το ρούχο που δεν βρήκαμε στο νούμερο μας. Υπάρχει μια αμερικάνικη φράση που το λέει καλύτερα. Don’t give a fuck. Αυτό ακριβώς. Ο διάσημος blogger Mark Manson -το blog του μετράει 2 εκατομμύρια followers-, ανήγαγε την φράση σε τέχνη και το έκανε βιβλίο. The art of not giving a fuck. Σύμφωνα με εκείνον το να μην σε νοιάζει –σε απλά ελληνικά- είναι το κλειδί της αυτοπεποίθησης και της ευτυχίας στην ζωή. Να μην σε νοιάζει η γνώμη των άλλων, να μην σε νοιάζουν οι μικρές αναποδιές, η μη δημοφιλής φωτογραφία σου στο Instagram.
Είναι αλήθεια. Όταν δεν σου καίγεται καρφί είσαι άνετος, χαλαρός και πνευματώδης στο interview για την δουλειά, αληθινός και αυθόρμητος στο πρώτο ραντεβού. Αν δεν σε νοιάζει τραβάς τους ανθρώπους σαν μαγνήτης. Αν φτιάξουμε μια λίστα με γοητευτικούς και cool ανθρώπους θα διαπιστώσουμε ότι είναι αυτοί που δεν τους καίγεται καρφί για την γνώμη των άλλων ή για την αποτυχία. Μεταξύ μας αν το σκεφτούμε καλύτερα δεν πρόκειται για δύο διαφορετικά αλλά για το ένα και το αυτό πράγμα, αφού ο λόγος για τον οποίο όλοι μας φοβόμαστε την αποτυχία είναι για να μην σκεφτούν οι άλλοι για εμάς ότι είμαστε ανάξιοι και αποτυχημένοι.
Πάρτε δύο λεπτά και σκεφτείτε την πιο θαρραλέα δεν με νοιάζει/δεν μου καίγεται καρφί στιγμή που είχατε στην ζωή σας. Για την φίλη Άννα ήταν όταν βρήκε το θάρρος να μπει στο γραφείο του διευθυντή της και να αμφισβητήσει την προαγωγή που πήρε ο άνδρας συνάδελφος της. Για μια άλλη η απόφαση της να παρατήσει μια δουλειά που την εξόντωνε για πενταροδεκάρες. Για κάποιον άλλο ο ποταμός παραπόνων και ανείπωτων πραγμάτων πριν μαζέψει τα πράγματα του και φύγει από μια μακροχρόνια σχέση. Για μένα ήταν η στιγμή που πρώτη φορά ύψωσα την φωνή μου στον τεράστιο προθάλαμο ενός νοσοκομείου αδιαφορώντας για τα δεκάδες βλέμματα που καρφώθηκαν επάνω μου όταν άκουσα κάποιον να προσβάλλει ένα αγαπημένο μου πρόσωπο. Η αίσθηση δύναμης και εκτόνωσης που αισθάνθηκα ήταν σαν ένεση αδρεναλίνης.
Η τέχνη του να ξέρεις ποιoς είσαι
Έχετε ποτέ παρακολουθήσει ένα μικρό παιδί να παίζει. Σίγουρα θα έχετε σκεφτεί πόσο όμορφο είναι. Αυτό συμβαίνει γιατί απορροφημένο στο παιχνίδι του, δεν του καίγεται καρφί για το αν αυτά που φοράει ταιριάζουν, αν πετάνε τα μαλλιά του ή αν έχει μια γραμμή από μαρκαδόρο στο μάγουλο του. Το ίδιο συμβαίνει και με όσους ενήλικους δεν φοβούνται να εκτεθούν. Να πουν κάτι που να μην είναι έξυπνο, να φορέσουν κάτι που είναι εκτός μόδας, να τραγουδήσουν δυνατά το αγαπημένο τους τραγούδι χωρίς να έχουν ωραία φωνή, να παίξουν.
Αυτό που ο Μαρκ Μάνσον λέει με μεγάλη επιτυχία στο βιβλίο του είναι ότι αναπτύσσοντας την ικανότητα να ελέγχουμε το ποια είναι τα πράγματα που μας νοιάζουν και ποια όχι αποκτούμε δύναμη και ακεραιότητα, μία στέρεα εσωτερική βάση που ξέρει ποιοι είμαστε και τι θέλουμε ανεξάρτητα με το τι λέει ο μη σημαντικός άλλος. Όπως λέει πολύ σοφά και το θεολογικό απόφθεγμα «Χάρισε μου την ηρεμία να δεχτώ τα πράγματα που δεν μπορώ να αλλάξω, το κουράγιο για να αλλάξω τα πράγματα που μπορώ και την σοφία για να διακρίνω την διαφορά».
«Χάρισε μου την ηρεμία να δεχτώ τα πράγματα που δεν μπορώ να αλλάξω, το κουράγιο για να αλλάξω τα πράγματα που μπορώ και την σοφία για να διακρίνω την διαφορά».
Ευκολότερο να το λες από το να το κάνεις, το ξέρω. Οι περισσότεροι από εμάς το έχουμε στην θεωρία , όταν όμως η καθημερινότητα χτυπά με τα μικρά της δράματα είναι εύκολο να χάσουμε το focus μας. Εκεί έρχεται ο Μάνσον να μας δώσει το νήμα που κρατόντας το θα κάνουμε το απαραίτητο reality check. Για δεκαετίες λέει έχουμε βομβαρδιστεί με την ιδέα ότι το κλειδί για μια ευτυχισμένη ζωή είναι η θετική σκέψη. “F**k Positivity” προτείνει. «Ας είμαστε ειλικρινείς. Πολλές φορές η ζωή είναι χάλια και πρέπει να τη ζήσουμε» συνεχίζει. Η νέα ιδέα που προωθεί την οποία βασίζει σε επιστημονικά στοιχεία και πασπαλίζει με πολύ μαύρο χιούμορ συνοψίζεται στο εξής απλό: όταν έχεις λεμόνια μην προσπαθείς να τα κάνεις λεμονάδα. Κατανάλωσε τα όπως είναι και προσπάθησε να κάνεις το στομάχι σου να τα αντέχει. «Δεν μπορούν όλοι να επιτύχουν. Στην ζωή υπάρχουν νικητές και ηττημένοι και αυτό δεν είναι όλες τις φορές δίκαιο ούτε δικό μας λάθος» γράφει. Αν αναγνωρίσουμε τα όρια μας θα τα αποδεχτούμε. Και αν τα αποδεχτούμε δεν θα εστιάζουμε σε όσα δεν έχουμε. Θα αισθανόμαστε λιγότερο αγχωμένοι και λιγότερο δυστυχισμένοι. Θα αρχίσουμε να νιώθουμε ευγνωμοσύνη για τα απλά πράγματα που προσπερνάμε σαν δεδομένα. Και τότε για πρώτη φορά θα βρούμε το θάρρος και την αυτοπεποίθηση για να πούμε δεν με νοιάζει.
Και όπως ωραία το θέτει ο Μάνσον στο επίλογο του βιβλίου του «Όλοι μας έχουμε ένα περιορισμένο αριθμό από f****. Πρέπει να προσέξουμε σε ποιους και σε τι θα τα καταναλώσουμε». Γράφει πιο συγκεκριμένα: «Όταν είμαστε νέοι έχουμε τόνους ενέργειας συνεπώς μας νοιάζει για όλα. Για το τι λένε οι άλλοι για εμάς, για το αν μας τηλεφώνησε εκείνο το ωραίο αγόρι/κορίτσι, για το αν ταιριάζουν οι κάλτσες μας, ή τι χρώμα είναι τα μπαλόνια στα γενέθλιά μας. Όσο μεγαλώνουμε συνειδητοποιούμε ότι οι άνθρωποι για των οποίων την γνώμη νοιαζόμασταν έχουν εξαφανιστεί από την ζωή μας. Βρήκαμε τον έρωτα της ζωής μας και εκείνες οι απορρίψεις του παρελθόντος που μας ταλαιπώρησαν τόσο πολύ δεν έχουν πια καμία σημασία. Καταλαβαίνουμε πως οι άλλοι δεν παρατηρούν επάνω μας όλα αυτά που εμείς νομίζουμε και αρχίζουμε να εστιάζουμε στο τι κάνουμε για εμάς και όχι για τους άλλους. Καθώς συνεχίζουμε να μεγαλώνουμε κάτι ακόμη αρχίζει να αλλάζει. Τα επίπεδα ενέργεια μας πέφτουν και οι ταυτότητα μας σταθεροποιείται. Ξέρουμε ποιοί είμαστε και δεν έχουμε πια όρεξη να αλλάξουμε ό,τι μοιάζει αναπόφευκτο στην ζωή μας. Και αυτό όσο και αν ακούγεται περίεργο, είναι απελευθερωτικό. Η ζωή είναι όπως είναι. Την αποδεχόμαστε. Αποφασίζουμε ότι τελικά δεν θα θεραπεύσουμε τον καρκίνο, δεν θα πάμε στο φεγγάρι. Και είναι Οκ. Η ζωή συνεχίζεται: με την οικογένεια μας, τους φίλους μας, τα μαθήματα pilates και προς μεγάλη μας κατάπληξη, αυτό μας είναι αρκετό και αυτή η απλοποίηση μας κάνει αληθινά χαρούμενους.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Marie Claire τον Ιανουάριο του 2017.
Comments